ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

family_lawΤο γραφείο μας έχει αποκτήσει πλούσια δικαστική και συμβουλευτική εμπειρία χειριζόμενο υποθέσεις πελατών του, πολλές εκ των οποίων, λόγω της επωνυμίας τους, απασχόλησαν για μεγάλο χρονικό διάστημα την επικαιρότητα.

Ειδικότερα, ειδικεύεται στην έκδοση συναινετικών και κατ’ αντιδικίαν διαζυγίων, στην παροχή προσωρινής και οριστικής δικαστικής προστασίας επί αιτήσεων και αγωγών διατροφής, επικοινωνίας, αποκτημάτων κατά τη διάρκεια του γάμου, υιοθεσιών κλπ.

Πολλάκις, υπηρετώντας την ανάγκη της συναινετικής επίλυσης των μεταξύ των συζύγων διαφορών, ανεζήτησε και επέτυχε τον εξωδικαστικό συμβιβασμό επ’ ωφελεία των πελατών του, κυρίως όταν μια τέτοια λύση υπαγορευόταν από το καλώς εννοούμενον συμφέρον των τέκνων τους. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις παρακώλυσης της επικοινωνίας ή προβληματικής άσκησης της επιμέλειας εζήτησε τη συνδρομή του Εισαγγελέως Ανηλίκων, η καταλυτική παρέμβαση του οποίου έφερε ευνοϊκό αποτέλεσμα.

Στο ποινικό μέρος ανεζήτησε και επέτυχε την έγκαιρη καταβολή της επιδικασθείσης διατροφής, μέσω υποβολής μηνύσεως των πελατών του κατά των υπόχρεων στην καταβολή αυτής αντιδίκων.

Το νέο οικογενειακό δίκαιο (Ν. 4800/2021)

Οι νομοθετικές μεταβολές του Ν. 4800/2021 στο οικογενειακό δίκαιο σηματοδοτούν μια νέα εποχή για τα ζητήματα που ανακύπτουν από τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης αντρογύνων με τέκνα. Οι βασικές αλλαγές αφορούν τη ρύθμιση της επικοινωνίας των τέκνων και των λοιπών θεμάτων που άπτονται της επιμέλειας με απώτερο στόχο την διασφάλιση της εύθραυστης ψυχολογίας των παιδιών και την προστασία της ομαλής τους εξέλιξης από το σημείο που οι γονείς τους αποφασίζουν να διαμένουν χωριστά. Κυρίαρχο μέλημα αποτελεί το συμφέρον του παιδιού, η διαμονή του, η επικοινωνία και η επαφή και με τους δύο γονείς, ώστε αυτό να διαμορφώσει μια υγιή και ολοκληρωμένη προσωπικότητα με την ενεργό συμμετοχή και των δυο γονέων.

Ο νέος νόμος επιχειρεί να μπουν όσο το δυνατόν περισσότερες ασφαλιστικές δικλείδες και να προτάσσεται η ισότητα μεταξύ των γονέων χωρίς διακρίσεις φύλου προκειμένου να αποφεύγονται οι σκληρές αντιπαλότητες που έχουν ως αποτέλεσμα να τραυματίζεται η ψυχολογία των παιδιών, τα οποία πολλές φορές γίνονται μάρτυρες διαπληκτισμών, φραστικών επιθέσεων, επεισοδίων και γενικότερης έντασης, ακόμα και περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας. Ενώ άλλες φορές «χρησιμοποιούνται» από τους γονείς ή από έναν απ’ αυτούς για συντηρηθεί η μεταξύ τους αντιπαλότητα που αφορά τις δικές τους σχέσεις. Μάλιστα όσο πιο πρόσφατος και επώδυνος είναι ο χωρισμός πολλοί γονείς αδυνατούν, ειδικά τον πρώτο καιρό, να λειτουργήσουν ψύχραιμα και λογικά στη ρύθμιση των ζητημάτων που αφορούν το παιδί, ακόμη δε και αν αυτά επιλυθούν με τη νόμιμη οδό, στην πράξη δημιουργούνται προβλήματα που τελικά έχουν ως μόνο αποδέκτη το παιδί που ακόμα και σε πολύ μικρή ηλικία υποσυνείδητα εισπράττει τη ένταση και την έλλειψη συνεννόησης.

Το δικαστήριο πρέπει να εξετάζει την πραγματική σχέση των γονέων με τα παιδιά και τη συμπεριφορά που επέδειξαν μεταξύ τους αλλά και απέναντι στο παιδί. Επιπλέον, ο δικαστής θα πρέπει να έχει ως κύριο γνώμονα το συμφέρον του τέκνου, την ουσιαστική συμμετοχή και των δυο στην φροντίδα του, την αποτροπή της αποξένωσης του γονέα που δεν έχει την επιμέλεια από το παιδί, σταθμίζοντας τις προσθέσεις των γονέων. Ταυτόχρονα, εμφανίζεται και ο θεσμός του οικογενειακού διαμεσολαβητή, ο οποίος όταν δημιουργηθεί ανάγκη από την προβληματική άσκηση της γονικής μέριμνας θα αναλαμβάνει να διατηρεί τις ισορροπίες, τόσο με πρωτοβουλία του ενός εκ των δυο γονέων όσο και με απόφαση του δικαστηρίου.

Με το νόμο 4800/2021 δίνεται ιδιαίτερη βάση α) στην εκπαίδευση, όπου οι γονείς οφείλουν να συνεργάζονται με το σχολείο και αν υπάρχει ανάγκη να ζητούν τη συνδρομή αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών ή δημόσιων οργανισμών, β) στην κατοικία του τέκνου, όπου ορίζεται ότι είναι ο τόπος κατοικίας του γονέα με τον οποίο διαμένει. Αν ένας εκ των δύο γονέων μετακομίσει σε άλλη πόλη, δεν μεταβάλλεται η νόμιμη κατοικία του τέκνου, εκτός αν υπάρχει αντίθετη έγγραφη συμφωνία των γονέων ή δικαστική απόφαση. Έτσι θα επιχειρηθεί να σταματήσουν οι περιπτώσεις της αλλαγής του τόπου διαμονής του παιδιού με πρωτοβουλία του γονέα που έχει την επιμέλεια χωρίς την ενημέρωση και συγκατάθεση του άλλου που εκ του νόμου πλέον συνασκεί τη γονική μέριμνα, γ) στις σοβαρές αποφάσεις για το παιδί, όπως το σχολείο και άλλα θέματα της εκπαίδευσης και δραστηριοτήτων του, που θα συναποφασίζονται και απ’ τους δυο γονείς και δ) στην προσωπική επικοινωνία που δεν είναι μόνο δικαίωμα αλλά και υποχρέωση, κάθε λοιπόν γονέας οφείλει να τη διευκολύνει ανά πάσα στιγμή και κυρίως όταν το τέκνο διαμένει μαζί του, ε) στην ευκολότερη επίλυση των ζητημάτων που αφορούν τα τέκνα εκτός γάμου.

Οι σημαντικότερες όμως μεταβολές αφορούν στ) την γονική μέριμνα, που ασκείται εκ του νόμου εξίσου και από κοινού και απ’ τους δυο γονείς, εκτός εάν οι γονείς ρυθμίσουν εγγράφως την κατανομή της με διαφορετικό τρόπο και ζ) την επικοινωνία, όπου προβλέπεται το σύστημα της ελάχιστης επικοινωνίας με φυσική παρουσία και καθορίζεται στο 1/3 του συνολικού χρόνου, εκτός εάν ο γονέας επιθυμεί λιγότερο χρόνο επικοινωνίας. Πρακτικά δηλαδή, αν μετά τον χωρισμό των γονέων η μητέρα διατηρήσει την επιμέλεια, τότε ο πατέρας θα έχει δικαίωμα ελάχιστης επικοινωνίας στο 1/3 του συνολικού χρόνου. Μένει να φανεί στην πράξη, με τις πρώτες δικαστικές αποφάσεις, το πώς θα υπολογίζεται το ποσοστό ελάχιστης επικοινωνίας, δηλαδή αν θα καθορίζεται σε ώρες της ημέρας, ημέρες, συνδυαστικά ή με κάποιον άλλο τρόπο. Έτσι, οι δύο γονείς μπορούν να συμφωνήσουν μεταξύ τους τον χρόνο επικοινωνίας με τα τέκνα, αλλά εάν το ζήτημα επιλυθεί δικαστικώς, κανένας γονέας δεν μπορεί να έχει χρόνο λιγότερο από το 33,33% του συνολικού χρόνου του παιδιού συμπεριλαμβανομένων των διανυκτερεύσεων.

Αναφέρεται δε με σαφήνεια ότι οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία με τους παππούδες και κάθε τρίτο πρόσωπο με το οποίο το τέκνο έχει αναπτύξει κοινωνικοσυναισθηματική σχέση.

Εισάγεται ρητά πλέον, με την τροποποίηση του άρθρου 1532 ΑΚ, ότι αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημά τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα αυτό καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε αυτό, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας ή οι πλησιέστεροι συγγενείς του τέκνου ή ο εισαγγελέας, να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο.

Κακή, εκ του νόμου πλέον, άσκηση της γονικής μέριμνας συνιστούν ιδίως: α. η υπαίτια μη συμμόρφωση προς αποφάσεις και διατάξεις δικαστικών και εισαγγελικών αρχών που αφορούν το τέκνο ή προς την υπάρχουσα συμφωνία των γονέων για την άσκηση της γονικής μέριμνας, β. η διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του και η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτούς, γ. η υπαίτια παράβαση των όρων της συμφωνίας των γονέων ή της δικαστικής απόφασης για την επικοινωνία του τέκνου με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει και η με κάθε άλλο τρόπο παρεμπόδιση της επικοινωνίας, δ. η κακή άσκηση και η υπαίτια παράλειψη της άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας από τον δικαιούχο γονέα, ε. η αδικαιολόγητη άρνηση του γονέα να καταβάλλει τη διατροφή που επιδικάστηκε στο τέκνο από το δικαστήριο ή συμφωνήθηκε μεταξύ των γονέων, στ. η καταδίκη του γονέα, με οριστική δικαστική απόφαση, για ενδοοικογενειακή βία ή για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή για εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής.

Το δικαστήριο, στις παραπάνω περιπτώσεις δύναται να αφαιρέσει από τον υπαίτιο γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας ή την επιμέλεια, ολικά ή μερικά, και να την αναθέσει αποκλειστικά στον άλλο γονέα, καθώς επίσης να διατάξει κάθε πρόσφορο μέτρο προς διασφάλιση του συμφέροντος του τέκνου.

Ο νέος νόμος δηλαδή κατέγραψε τις πιο συνηθισμένες στην πράξη ενέργειες ή παραλείψεις που συμβαίνουν στα πλαίσια της άσκησης των καθηκόντων των γονέων, ώστε καθεμία από τις παραπάνω α – στ συμπεριφορές να μπορεί πια να τιμωρείται, πέραν του ενδεχόμενου ποινικού επιπέδου, με κάθε πρόσφορο μέσο και με αφαίρεση της επιμέλειας ή γονικής μέριμνας. Αποτελεί λοιπόν σημαντικότατη νομοθετική μεταβολή το γεγονός ότι πλέον ορίζεται ρητώς από το νόμο τί συνιστά κακή άσκηση γονικής μέριμνας.

Τέλος, οι δικαστικές αποφάσεις που έχουν έως τώρα εκδοθεί σύμφωνα με τον προγενέστερο νόμο μπορούν να μεταρρυθμιστούν με νεότερη δικαστική απόφαση μετά από αίτηση οποιουδήποτε από τους γονείς. Πιο απλά, κάθε γονέας μπορεί να διεκδικήσει όσα ο νέος νόμος ορίζει προσφεύγοντας στο δικαστήριο, γεγονός που μπορεί να αλλάξει ουσιαστικά τη σχέση και την επικοινωνία με το τέκνο του.

Συναινετικό διαζύγιο

Το συναινετικό διαζύγιο αποτελεί τον απλούστερο και ταχύτερο τρόπο λύσης του γάμου. Προς αυτή την κατεύθυνση κινήθηκαν και οι πρόσφατες νομοθετικές μεταβολές, με τις οποίες αποφεύγεται το δικαστήριο και το διαζύγιο υπογράφεται ενώπιον του Συμβολαιογράφου. Πλέον οπότε, για τους συζύγους που έχουν αποφασίσει να λυθεί ο γάμος τους συναινετικώς, τούτο, με την άμεση και ευέλικτη συνδρομή του γραφείου μας, πραγματοποιείται εντός δυο εβδομάδων και με χαμηλό κόστος fake iced out watchesinternet. Παράλληλα, στην περίπτωση ύπαρξης ανήλικου τέκνου, προκειμένου να αποφευχθούν δικαστικές διεκδικήσεις διατροφής και επικοινωνίας που είναι περαιτέρω κοστοβόρες για τον πελάτη, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι με το συναινετικό διαζύγιο τα ζητήματα αυτά είναι εφικτό να ρυθμιστούν με ιδιωτικό συμφωνητικό, με το οποίο παράλληλα ανατίθεται και η επιμέλεια του τέκνου. Τα παραπάνω αποτελούν οικονομική ανάσα για το ζευγάρι που επιθυμεί να χωρίσει με το ελάχιστο κόστος αλλά παράλληλα συνεπάγεται και αποφυγή της ταλαιπωρίας και συναισθηματικής φόρτισης που συνοδεύει κάθε δικαστήριο.

Διαζύγιο διετούς διάστασης

Σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα, εφόσον οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς από δύο τουλάχιστον χρόνια, ο κλονισμός τεκμαίρεται αμάχητα και το διαζύγιο μπορεί να ζητηθεί, έστω και αν ο λόγος του κλονισμού αφορά στο πρόσωπο του ενάγοντος. Με πιο απλά λόγια, αν οι σύζυγοι είναι σε διάσταση για τουλάχιστον δυο χρόνια, οποιοσδήποτε από τους δυο μπορεί να ζητήσει τη λύση του γάμου δικαστικώς, αρκεί να αποδειχθεί μόνον ότι έχουν απομακρυνθεί φυσικά και ψυχικά για μια διετία και δεν υπάρχει επιθυμία για συμβίωση. Στην πραγματικότητα αποτελεί την απλή μορφή διαζυγίου με αντιδικία και διευκολύνει το σύζυγο εκείνο που θέλει να χωρίσει και τυπικώς χωρίς να χρειαστεί τη συνδρομή ή συμφωνία του άλλου. Στις μέρες μας είναι περισσότερο συχνές οι περιπτώσεις συζύγων που ζουν για καιρό χωριστά χωρίς να διατηρούν επαφές, πλην όμως δεν προέβησαν σε διαζύγιο είτε για οικονομικούς είτε για άλλους λόγους, και κάποια στιγμή ένας απ’ τους δυο θέλει να εκδοθεί διαζύγιο. Σε αυτές τις περιπτώσεις το διαζύγιο διετούς διάστασης είναι το καταλληλότερο και δε συνεπάγεται ιδιαίτερη δικαστική ταλαιπωρία και έξοδα.

Διαζύγιο με αντιδικία

Στην περίπτωση που οι σύζυγοι ή ένας εκ των δυο αρνείται να χωρίσει ή να χωρίσει συναινετικώς και δεν έχει επέλθει διετής διάσταση, ακολουθείται η δικαστική διαδικασία ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου. Την αγωγή μπορεί να ασκήσει οποιοσδήποτε από τους δυο συζύγους και αντικείμενο απόδειξης είναι ο ισχυρός κλονισμός του γάμου από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου ή και των δυο συζύγων. Ισχυρός κλονισμός υφίσταται όταν η εξακολούθηση της συμβίωσης των συζύγων καθίσταται βάσιμα αφόρητη. Ενδεικτικά ο νόμος θέτει πέντε μαχητά τεκμήρια ισχυρού κλονισμού, χωρίς αυτό να αποκλείει και άλλους πρόσθετους λόγους κλονισμού του γάμου. Αυτά θεωρούνται η μοιχεία, η διγαμία, η εγκατάλειψη, η επιβουλή της ζωής και η ενδοοικογενειακή βία. Συχνά διαδραματίζονται γεγονότα προσβλητικά για την αξιοπρέπεια του συζύγου, όπως ύβρεις, υποτίμηση, σκηνές ζηλοτυπίας, αφόρητη πίεση κ.α. Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι η έκβαση του δικαστηρίου, δηλαδή υπέρ ποίου από τους δυο συζύγους θα εκδοθεί το διαζύγιο, δεν έχει τυπική φύση ή αποτελεί μόνο ζήτημα ηθικής δικαίωσης, αλλά παίζει βασικό ρόλο σε οικονομικά και περιουσιακά ζητήματα που υφίστανται μεταξύ των συζύγων ή θα εγερθούν στο μέλλον. Γι’ αυτό και απαιτείται μια υπεύθυνη και μεθοδική προσέγγιση των συγκεκριμένων υποθέσεων προκειμένου να προασπιστούν με τον αποτελεσματικότερο τρόπο να συμφέροντα του πελάτη.

Διατροφή τέκνου

Η διατροφή του ανήλικου τέκνου μπορεί να συμφωνηθεί από τους γονείς εξωδικαστικά ώστε να μη χρειαστεί η προσφυγή στο δικαστήριο που συνεπάγεται προσωρινή αλλά και οριστική απόφαση, η οποία ισχύει για δυο χρόνια που σημαίνει ότι θα πρέπει να ρυθμιστεί εκ νέου. Το γραφείο μας έχει πολλάκις βοηθήσει καθοριστικά στην εύρεση μιας κοινά αποδεκτής και συμφέρουσας λύσης για τους γονείς και κυρίως για το τέκνο. Ωστόσο, το ζήτημα της διατροφής του τέκνου αποτελεί συνήθως πεδίο δικαστικής κόντρας μεταξύ των γονέων, γι’ αυτό είναι αναγκαία η συνδρομή έμπειρου δικηγόρου που με μεθοδική προσέγγιση της υπόθεσης θα προασπίσει τα συμφέροντα του πελάτη του παράλληλα με τα συμφέροντα του τέκνου. Ως διατροφή ορίζεται το σύνολο των αναγκών του ανήλικου, οι οποίες εξαρτώνται αλλά και αναπροσαρμόζονται ανάλογα με τις συνθήκες και τις εκάστοτε ανάγκες. Δεν υπάρχουν θεσμοθετημένοι μέθοδοι υπολογισμού της διατροφής ή συγκεκριμένα ποσά ανάλογα με την ηλικία και τις συνθήκες και αυτή κρίνεται για κάθε περίπτωση ξεχωριστά και ελεύθερα. Αυτό σημαίνει πως  η διατροφή αποτελεί αντικείμενο απόδειξης ενώπιον του δικαστηρίου. Οι ανάγκες που καλύπτει ο όρος διατροφή είναι, πέραν της διατροφής, η ένδυση-υπόδηση, η καθαριότητα και υγιεινή, η στέγη, η θέρμανση, η εκπαίδευση, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η ψυχαγωγία κ.α. Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί πως και το ίδιο το τέκνο όταν ενηλικιωθεί δύναται κατά τη διάρκεια των σπουδών του κυρίως να αιτηθεί την καταβολή διατροφής. Η αίτηση αυτή είναι αυτοτελής και ασκείται από το ενήλικο τέκνο κατά του ενός ή και των δυο γονέων του.

Διατροφή συζύγου

Υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις μπορεί και ο/η σύζυγος να αιτηθεί δικαστικώς για τον ίδιο/α διατροφή από τον άλλο σύζυγο στην περίπτωση που αδυνατεί να την εξασφαλίσει από τα εισοδήματα και την περιουσία του. Κυρίως τούτο εφαρμόζεται στη μητέρα που μεγαλώνοντας μόνη το τέκνο τους αδυνατεί να εργασθεί ή εμποδίζεται να βρει κατάλληλη εργασία λόγω ελλιπούς επαγγελματικής κατάρτισης και συνθηκών. Σημαντικό επίσης λόγο στην επιδίκαση διατροφής για το σύζυγο αποτελούν τα προβλήματα υγείας ή η ηλικία που δεν του επιτρέπουν να εργασθεί, η επαγγελματική εκπαίδευση και άλλοι παράγοντες που κρίνονται κατά περίπτωση. Το ύψος της διατροφής αποφασίζεται κάθε φορά από το δικαστήριο.

Επικοινωνία τέκνου

Η επικοινωνία του γονέα που δεν ασκεί την επιμέλεια με το τέκνο του κρίνεται απαραίτητη για την ομαλή ψυχική του ανάπτυξη και πορεία. Συνήθως αυτός που επικοινωνεί είναι ο πατέρας, αφού στις περισσότερες περιπτώσεις την επιμέλεια ασκεί η μητέρα. Φυσικά θα πρέπει και ο ίδιος να το επιθυμεί προκειμένου να παρέχει στο παιδί του την αφοσίωση και την αγάπη του που θα συμβάλλουν στην διαμόρφωση του χαρακτήρα και του συναισθηματικού του κόσμου. Όσο λοιπόν το υπαγορεύει το συμφέρον του τέκνου, η επικοινωνία με αυτό αποτελεί ιερό και νόμιμο δικαίωμα. Εξαίρεση αποτελούν οι περιπτώσεις που η επικοινωνία μπορεί να είναι επιζήμια για το παιδί. Η επικοινωνία μπορεί να συμφωνηθεί και εξωδίκως εφόσον το επιθυμούν οι γονείς, αλλιώς ρυθμίζεται άμεσα δικαστικώς, συνήθως για κάθε δεύτερο σαββατοκύριακο, δηλαδή ανά δυο εβδομάδες και πολλές φορές και μεσοβδόμαδα. Αυτό ωστόσο εξαρτάται από την κάθε περίπτωση χωριστά και κρίνεται από το αρμόδιο δικαστήριο. Σε κάθε όμως περίπτωση, δεν πρέπει να λησμονούμε πως το συμφέρον του ανήλικου τέκνου επιβάλλει μια σταθερή και ουσιαστική επικοινωνία που θα γεφυρώνει το χάσμα που δημιούργησε το διαζύγιο των γονέων του.

Συμμετοχή στα αποκτήματα

Κάθε σύζυγος διατηρεί αξίωση συμμετοχής στην αύξηση της περιουσίας του άλλου που επέρχεται στη διάρκεια του γάμου και οφείλεται και στη δική του συμβολή. Αύξηση της περιουσίας υπάρχει όταν η αξία της περιουσίας κατά τον κρίσιμο χρόνο υπολογισμού της είναι μεγαλύτερη από την αξία της κατά την τέλεση του γάμου. Kρίσιμος χρόνος για τον υπολογισμό της τελικής περιουσίας θεωρείται ο θάνατος ή στην περίπτωση λύσης του γάμου με διαζύγιο ή ακύρωσης ο χρόνος του αμετακλήτου της σχετικής απόφασης. Στην περίπτωση δε της τριετούς διαστάσεως, εν όψει του ότι η άσκηση της αξίωσης με βάση τη συμπλήρωση τριετίας από τη συζυγική διάσταση έχει ως προϋπόθεση ότι ο γάμος δεν έχει ακόμη λυθεί ή ακυρωθεί, η περιουσιακή αύξηση του υπόχρεου συζύγου πρέπει να ανάγεται στο χρόνο άσκησης της αγωγής του άρθρου 1400 του ΑΚ, καθόσον για τη γέννηση της αξίωσης αυτής δεν ορίζεται από το νόμο συγκεκριμένη χρονική αφετηρία, αφού αρκεί να έχει διαρκέσει η διάσταση των συζύγων περισσότερο από τρία χρόνια. Η αξίωση του κάθε συζύγου είναι προσωποπαγής και έχει αυτοτέλεια σε σχέση με την αντίστοιχη αξίωση του άλλου. Για τον υπολογισμό οπότε της αύξησης της περιουσίας αποτιμώνται η αρχική και τελική περιουσία του συζύγου και απαραίτητη προϋπόθεση είναι η συμβολή του άλλου συζύγου σε αυτήν. Η συμβολή μπορεί να έχει γίνει με οποιονδήποτε τρόπο, όπως με εργασία στο σπίτι και το νοικοκυριό, ενασχόληση με την ανατροφή του τέκνου ή τέκνων που επιτρέπει στον άλλο σύζυγο να έχει χρόνο για το επάγγελμά του και συνεπώς να κερδίζει χρήματα από αυτό, με παροχή κεφαλαίου για επένδυση κ.α. Δεν είναι λίγοι επομένως οι σύζυγοι που για το καλό της οικογενείας τους αφιέρωσαν τα χρόνια του γάμου τους στην βοήθεια ή διευκόλυνση του άλλου συζύγου και μετά τον χωρισμό βρέθηκαν αδικημένοι. Τους παρέχεται λοιπόν η δυνατότητα να διεκδικήσουν σε χρήμα την παραπάνω συμβολή τους, ώστε με τον τρόπο αυτό αφενός να επέλθει οικονομική ισορροπία αφετέρου να δικαιωθούν και ηθικά για όσα αφιλοκερδώς παρείχαν κατά τη διάρκεια του γάμου τους.